Κατά την τελετή παράδοσης παραλαβής του Υπουργείου Εξωτερικών από τον απερχόμενο υπουργό κ. Κοτζιά στον Πρωθυπουργό κ. Τσίπρα, στις 15 Ιανουαρίου 2019, ο κ. Κοτζιάς παρέδωσε στον Πρωθυπουργό το Προεδρικό Διάταγμα για την επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια στην περιοχή από τους Οθωνούς μέχρι τα Αντικύθηρα, καθώς και τη σχετική χαρτογραφική μελέτη, ενώ, παράλληλα, είχαν ετοιμαστεί τα προεδρικά διατάγματα και αναμενόταν η χαρτογράφηση για την επέκταση της υφαλοκρηπίδας στην Κρήτη, στην περιοχή από τα Αντικύθηρα μέχρι το Σαρωνικό και, εν τέλει, από το Σαρωνικό μέχρι και τον Παγασητικό Κόλπο. Η επέκταση της αιγιαλίτιδας στο Αιγαίο έχει συζητηθεί, αλλά θεωρείται ότι θα υλοποιηθεί σε μεταγενέστερη φάση, εξαιτίας των αντιδράσεων της Τουρκίας και του casus belli για τους εξ Ανατολών γείτονες, σε περίπτωση επέκτασης της εθνικής μας κυριαρχίας στο Αιγαίο.
Σύμφωνα με τα άρθρα 2 και 3 της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας (ΣΔΘ) του 1982, ένα παράκτιο κράτος έχει πλήρη κυριαρχία, πέρα από τα ηπειρωτικά του εδάφη, στα εσωτερικά ύδατα (κυρίως λιμένες και κόλποι), στα χωρικά ύδατα (αιγιαλίτιδα ζώνη ή χωρική θάλασσα) που δεν επιτρέπεται να έχει εύρος που να υπερβαίνει τα 12 ν.μ., στο βυθό και το υπέδαφος της χωρικής θάλασσας, καθώς και στον υπερκείμενο αυτής εναέριο χώρο. Στην Ελλάδα ισχύει η οριοθέτηση της αιγιαλίτιδας ζώνης που είχε γίνει με αναγκαστικό νόμο του 1936, (Ν. 230/1936 και μεταγενέστερο Ν.Δ. 187/1973) όπου ορίστηκε σε όλη την επικράτεια το εύρος αιγιαλίτιδας στα 6 ναυτικά μίλια. Το 1931, (ν. 5017/1931) η Ελλάδα είχε ήδη οριοθετήσει τον εναέριο χώρο της με εύρος 10 ναυτικά μίλια. Ειδικά για τη χάραξη των εξωτερικών ορίων του εθνικού εναερίου χώρου, η Τουρκία αρνείται να αποδεχθεί τη μη ταύτιση του εύρους της αιγιαλίτιδας με αυτό του εναερίου χώρου και εξακολουθεί να φέρεται σαν η Ελλάδα να έχει εναέριο χώρο 6 ναυτικών μιλίων, παρά το γεγονός ότι η Σύμβαση (την οποία δεν έχει υπογράψει η Τουρκία) δεν ορίζει verbatim ότι τα όρια αιγιαλίτιδας και εναερίου χώρου πρέπει να ταυτίζονται. Η μεγαλύτερη ιδιαιτερότητα στην οριοθέτηση χωρικών υδάτων της χώρας μας σχετίζεται με την πλειάδα νησιών και νησίδων στο Αιγαίο. Σύμφωνα με τη Σύμβαση, τα νησιά έχουν τη δική τους αιγιαλίτιδα ζώνη ίσου εύρους, ενώ, αν η απόσταση από το τέλος της αιγιαλίτιδας του ενός νησιού μέχρι την αρχή της αιγιαλίτιδας άλλου νησιού ή της ηπειρωτικής χώρας δεν επικαλύπτεται, τότε τα ύδατα που «περισσεύουν» αποτελούν διεθνή ύδατα. Με το ισχύον καθεστώς της εθνικής χωρικής θάλασσας υπάρχουν πολλοί δίαυλοι διεθνών υδάτων που χρησιμοποιούνται στη διεθνή ναυσιπλοΐα, ωστόσο μία τυχούσα επέκταση στα 12 ναυτικά μίλια θα στερούσε αυτούς τους διαύλους, αφού όλα σχεδόν τα διεθνή ύδατα που προαναφέρθηκαν θα περιέρχονταν υπό ελληνική κυριαρχία. Υπολογίζεται ότι μία πιθανή επέκταση στα 12 ν.μ. θα περιέφερε το 71,2% του Αιγαίου σε ελληνική κυριαρχία. Αυτό, φυσικά, δεν στερεί το δικαίωμα διέλευσης ξένων πλοίων από τη χωρική θάλασσα, αφού η Σύμβαση προβλέπει το δικαίωμα αβλαβούς διέλευσης ξένων εμπορικών πλοίων, αλλά θα δημιουργούσε περαιτέρω ζητήματα στη διέλευση ξένων κρατικών πλοίων (κυρίως πολεμικών), ενώ τα ξένα εμπορικά θα περιέρχονταν σε αστική και ποινική δικαιοδοσία του παρακτίου κράτους, δηλαδή της Ελλάδας, η οποία θα μπορούσε, επίσης, να κοστολογήσει ορισμένες υπηρεσίες της προς ξένα πλοία, όπως είναι η ρυμούλκηση. Φυσικά, σε πολλές περιπτώσεις, η απόσταση μεταξύ των ελληνικών νησιών και των τουρκικών παραλίων είναι μικρότερη των 12 ν.μ. ή ακόμη και των 6 ναυτικών μιλίων. Στις περιπτώσεις αυτές, η αιγιαλίτιδα ζώνη περιορίζεται στο μέγιστο δυνατό εύρος, ακολουθώντας τον κανόνα της ίσης απόστασης. Τον κανόνα της ίσης απόστασης, άλλωστε, δήλωσε ο κ. Κοτζιάς ότι θα εφαρμόσει η χώρα μας και στα στενά, για να αποφευχθεί η παρακώλυση της ναυσιπλοΐας.
Η Επέκταση Της Αιγιαλίτιδας Ζώνης Στο Ιόνιο
Δίχως αμφιβολία, η επέκταση της χωρικής θάλασσας στο Ιόνιο Πέλαγος (δηλαδή από τους Οθωνούς μέχρι τα Αντικύθηρα) αποτελεί την ευκολότερη φάση του μεγαλεπήβολου σχεδίου της ελληνικής διπλωματίας. Η αντίδραση από τις γείτονες χώρες, την Ιταλία και την Αλβανία, δεν έχει εκδηλωθεί με ένταση και η θέση των νέων εξωτερικών ορίων κρίνεται υλοποιήσιμη. Κατ’ αρχάς, οφείλουμε να παραθέσουμε το γεγονός ότι, σύμφωνα με τη ΣΔΘ, για τη χάραξη αιγιαλίτιδας ζώνης δεν απαιτείται η συναίνεση γειτονικών παρακτίων κρατών (εκτός, φυσικά, αν η ανωτέρω χάραξη παραβαίνει το διεθνές δίκαιο). Η επέκταση, λοιπόν, στα 12 ν.μ. δεν γίνεται με συνθήκη, όπως θα γινόταν στην κήρυξη ΑΟΖ, αλλά πρόκειται να γίνει με μονομερή ενέργεια, δηλαδή, εν προκειμένω, με προεδρικό διάταγμα. Γιατί, όμως, επεκτείνουμε τα χωρικά ύδατα στο Ιόνιο, εφόσον δεν υπάρχουν ξένες διεκδικήσεις; Επειδή με τη σχεδιαζόμενη επέκταση ορίζονται υπέρ ημών νέα όρια για τη χάραξη ΑΟΖ, που είναι και το πλέον επιθυμητό μελλοντικό σενάριο στις διμερείς σχέσεις Ελλάδας- Ιταλίας και Ελλάδας- Αλβανίας. Πρέπει να υπογραμμισθεί το γεγονός ότι με την Αλβανία είχαμε προβεί σε αμοιβαία οριοθέτηση και κήρυξη ΑΟΖ, αλλά η συμφωνία δεν έγινε αποδεκτή από το Αλβανικό Κοινοβούλιο το 2007, καθώς επίσης ότι η χώρα μας έχει συνάψει με την Ιταλία συμφωνία για τη χάραξη υφαλοκρηπίδας, ήδη από το 1977, έχοντας όμως ως σημείο αναφοράς την ύπαρξη χωρικής θάλασσας εύρους 6 ναυτικών μιλίων. Συνεπώς, με μια χωρική θάλασσα εύρους 12 ν.μ. αντί για 6 ν.μ., οι διαπραγματεύσεις για την ΑΟΖ θα εκκινήσουν με ευμενέστερους για τη χώρα μας όρους και με μεγαλύτερο όφελος από τα δικαιώματα του κράτους στην ΑΟΖ, σε περίπτωση που αυτή κηρυχθεί, με κύριο δικαίωμα, φυσικά, την εξόρυξη υδρογονανθράκων από το βυθό της θάλασσας.
Η Επέκταση Της Αιγιαλίτιδας Ζώνης Στα 12 Ναυτικά Μίλια Στο Αιγαίο
Το τμήμα της ελληνικής επικράτειας που αδιαμφισβήτητα προβάλλει τις μεγαλύτερες δυσκολίες στην οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών είναι τα νησιά του Αιγαίου. Αυτό δεν συμβαίνει μόνο λόγω της συμπεριφοράς της γειτονικής Τουρκίας, αλλά κυρίως η δυσκολία γεννάται από τη γεωμορφολογία της περιοχής, με νησιά που είτε βρίσκονται πολύ κοντά το ένα στο άλλο, είτε πολύ κοντά στα απέναντι παράλια, ή μεταξύ τους υφίστανται στενά διεθνούς ναυσιπλοΐας, τα οποία διέπονται από το δικό τους ξεχωριστό καθεστώς σύμφωνα με τη Συνθήκη για το Δίκαιο της Θάλασσας των Ηνωμένων Εθνών (ΣΔΘ). Φυσικά, η ιδιόμορφη μορφολογία των νησιών του Αιγαίου δεν δημιουργεί βάση για την ύπαρξη «ιδιαίτερων συνθηκών» στην περιοχή, πράγμα που η Τουρκία επικαλείται για να ανακόψει την επέκταση της ελληνικής κυριαρχίας επί των υδάτων. Η αλήθεια είναι ότι το Αιγαίο αποτελεί τη μοναδική οδό ναυσιπλοΐας μεταξύ Μεσογείου και Μαύρης Θάλασσας – περιοχής φυσικά με μεγάλο ναυτικό ενδιαφέρον και μοναδικής εξόδου προς τη Μεσόγειο της Ρωσίας, αλλά και των άλλων χωρών του Ευξείνου Πόντου. Η σημασία του Αιγαίου για τη διεθνή ναυσιπλοΐα δεν πρέπει να παραβλεφθεί, αλλά δεν υπάρχει κίνδυνος να μετατραπεί το Αιγαίο σε «ελληνική λίμνη»,όπως η Τουρκία ισχυρίστηκε με τη διαμαρτυρία της κατά της ελληνικής επεκτάσεως. Όπως έχει αναφερθεί ανωτέρω, το παράκτιο κράτος έχει δικαίωμα να διατηρεί χωρική θάλασσα έως 12 ν.μ., και η διατήρηση ζώνης μικρότερου εύρους δεν συνεπάγεται παραίτηση από το δικαίωμα επεκτάσεως. Ορισμένες φωνές από το χώρο της πολιτικής δήλωσαν ότι η κίνηση της ελληνικής διπλωματίας να επεκτείνει κατά ζώνες τα χωρικά ύδατα, αφήνοντας σε τελικό στάδιο το Αιγαίο, είναι σαν να αποδέχεται η χώρα μας την ύπαρξη «ιδιαίτερων περιστάσεων» στο Αιγαίο και να μην κάνει ορθή χρήση του δικαιώματος προς επέκταση, αφού, κατ’ αυτούς, η Τουρκία μπορεί να μιλήσει για αποδυνάμωση του δικαιώματος λόγω μακρόχρονης αχρησίας. Κατά την άποψή μου, το επιχείρημα αυτό δεν είναι ορθό, καθώς η επέκταση της κυριαρχίας κατά ζώνες δεν επηρεάζει την ποιότητα του δικαιώματος, αφού μπορεί ένα κράτος να έχει αιγιαλίτιδα με διαφορετικό εύρος ανά περιοχή (για παράδειγμα, η Τουρκία έχει αιγιαλίτιδα ζώνη 6 ν.μ. στο Αιγαίο και 12 ν.μ. στον Εύξεινο Πόντο), ενώ από τη γενική συμπεριφορά της Ελλάδας στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής δεν έχει προκύψει σημείο αποδυνάμωσης του ελληνικού δικαιώματος.
Από νομικής άποψης, λοιπόν, η επέκταση της χωρικής θάλασσας στο Αιγαίο δεν φαίνεται να πάσχει. Ωστόσο, το ζήτημα για μια ακόμη φορά προκύπτει σε επίπεδο διπλωματίας, καθώς η Τουρκία, που ετοιμάζεται να προχωρήσει στις υδρογραφικές μελέτες με το πλωτό γεωτρύπανο Fatih, αντιδρά σφόδρα σε κάθε κίνηση της Ελλάδας που έχει σκοπό να διαταράξει τα συμφέροντά της στο Αιγαίο, προβαίνοντας σε φλογερή ρητορική των αξιωματούχων της, οι οποίοι επιθυμούν, κατά τα λεγόμενά τους, να κατοχυρώσουν περίπου το μισό Αιγαίο υπό τη δική τους κυριαρχία και επιρροή. Η αλήθεια είναι, φυσικά, ότι η Τουρκία έχει δικαιώματα στο Αιγαίο, τα οποία προκύπτουν από την ακτογραμμή της στο εν λόγω πέλαγος και έχει αντίστοιχο δικαίωμα επέκτασης της χωρικής της θάλασσας στα 12 ν.μ., αλλά η γενική συμπεριφορά της, η διαρκής παραβίαση των ελληνικών χωρικών υδάτων και του εναερίου χώρου από τουρκικά σκάφη (πολεμικά και αλιευτικά) και αεροσκάφη δυσχεραίνει τις προθέσεις καλής γειτονίας, αφού δεν αναγνωρίζει το εθνικό μας δικαίωμα περί επεκτάσεως της χωρικής θάλασσας και ανάγει την τυχούσα κήρυξη υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ σε casus belli. Πρέπει να σημειωθεί, φυσικά, ότι αυτό το casus belli, το οποίο αποτελεί μια προφανή απειλή χρήσης βίας κατά κράτους, έχει οδηγήσει σε μια ιδιαίτερα παγερή στάση της διεθνούς κοινότητας, παρά το γεγονός ότι πάσα χρήση ή απειλή χρήσης βίας απαγορεύεται από το Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών.
Φυσικά, όταν αναφερόμαστε στο Αιγαίο, δεν πρέπει να ξεχνάμε τους υπόλοιπους παίκτες στη σκακιέρα των διεθνών σχέσεων. Η επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης στην περιοχή της Κρήτης εμπλέκει και ένα ακόμη κράτος, την Αίγυπτο, αφού μία τέτοια κίνηση επηρεάζει τις προσπάθειες της χώρας μας για χάραξη και κήρυξη ΑΟΖ με την Αίγυπτο στην περιοχή Κρήτης- Κάσου- Καρπάθου, με τη δημιουργία ενός ενεργειακού άξονα Ελλάδας-Κύπρου-Αιγύπτου.
Εν τέλει, και μετά από ημέρες διαβουλεύσεων μεταξύ πολιτικών και πολιτειακών στελεχών, η στάση της κυβέρνησης μεταβλήθηκε. Ο Πρωθυπουργός, αφού κάλεσε πρώτα σύγκληση του Εθνικού Συμβουλίου Εξωτερικής Πολιτικής, αλλά και του Επιστημονικού Συμβουλίου του ΥΠΕΞ, δήλωσε ότι «παγώνει» η διαδικασία έκδοσης του προεδρικού διατάγματος για την επέκταση της χωρικής θάλασσας στο Ιόνιο και ότι πρόκειται να κατατεθεί νομοσχέδιο επ’ αυτού του ζητήματος, ώστε να περάσει πρώτα από τη Βουλή. Η πράξη του αυτή δεν αντιτίθεται στην πρόβλεψη του άρθρου 27 του Συντάγματος ότι «καμία μεταβολή στα όρια της επικράτειας δεν μπορεί να γίνει χωρίς νόμο, που ψηφίζεται με την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών». Εφόσον, λοιπόν, πρόκειται για επέκταση κυριαρχίας, αλλά και προκειμένου να διεξαχθεί η διαδικασία με τον πλέον πληρέστερο τρόπο, η επιλογή του Πρωθυπουργού να περάσει η διαδικασία από τη Βουλή είναι σώφρων.
Κλείνοντας, παρατηρούμε ότι η επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης έχει δύο σκέλη: το νομικό και το πολιτικό/διπλωματικό, με το καθένα να κρύβει τις δικές του παγίδες. Φυσικά, η επέκταση αποτελεί άσκηση δικαιώματος και, φυσικά, η Ελλάδα έχει δικαίωμα να την πραγματοποιήσει, με απώτερο σκοπό και να επωφεληθεί από μια πιθανή κήρυξη ΑΟΖ με γειτονικές χώρες, ωστόσο οι τριγμοί στις διμερείς σχέσεις με την Τουρκία δυσχεραίνουν την υλοποίηση του σχεδίου. Δεν γνωρίζουμε τελικά τί θα αποφασίσει το νομοθετικό σώμα, όμως, αν όντως αποφασιστεί μια επέκταση, θα είναι, όπως δήλωσε και ο πρώην Υπουργός Εξωτερικών, η πρώτη επέκταση της εθνικής κυριαρχίας μετά την προσάρτηση των Δωδεκανήσων το 1948. ΠΗΓΗ